ΙΙΙ.Δ. Η άσκηση ειδικής προσφυγής ως διακοπτικό γεγονός της προσθεσμίας του οικείου ενδίκου βοηθήματος  

Τόσο στη δικονομία των ακυρωτικών διαφορών (άρθρο 46 παρ. 2 πδ 18/89) όσο και στη δικονομία των διαφορών ουσίας (67 ΚΔΔ), οι σχετικές διατάξεις προβλέπουν ότι η εμπρόθεσμη άσκηση ειδικής προσφυγής επιφέρει διακοπτικό γεγονός στην προθεσμία άσκησης του οικείου ενδίκου βοηθήματος κατά της αρχικής πράξης για όσο διαρκεί η προθεσμία που παρέχεται στο ειδικό όργανο να αποφανθεί επί της προσφυγής. Για την πληρέστερη αποτύπωση όλων των δικονομικών ενδεχομένων πρέπει να γίνει η ακόλουθει διάκριση :

Πρώτο ενδεχόμενο : Η ειδική προσφυγή κατατίθεται ενώπιον του προβλεπόμενου στην ειδική διάταξη νόμου οργάνου :

Στην περίπτωση αυτή, η εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής ενώπιον του αρμοδίου οργάνου διακόπτει την οικεία δικονομική προθεσμία προσβολής της υποκείμενης στην ειδική προσφυγή πράξης, η οποία κινείται εκ νέου την επομένη της παρόδου της τασσομένης στο διοικητικό όργανο προθεσμίας απόφανσης, η οποία έχει ανατρεπτικό χαρακτήρα. Από την ίδια δε ημέρα αυτή αρχίζει η προθεσμία για την άσκηση ενδίκου βοηθήματος κατά της σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής ή κατά της σχετικής ρητής απάντησης που τυχόν εκδόθηκε πριν συμπληρωθεί η προθεσμία απάντησης (αλλά δεν κοινοποιήθηκε εντός αυτής), εκτός εάν εκείνος που άσκησε την προσφυγή έλαβε γνώση της ρητής απάντησης σε προγενέστερο χρόνο, οπότε η προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος τόσο κατά της αρχικής πράξης όσο και κατά της απάντησης αρχίζει από την ημερομηνία της γνώσης.

Ο ως άνω τρόπος υπολογισμού της δικονομικής προθεσμίας έχει κριθεί παγίως ως συμβατός προς το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, όπως τούτο κατοχυρούται στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ. Πιο συγκεκριμένα, ο κατά τον τρόπο αυτόν υπολογισμός της προθεσμίας του οικείου ενδίκου βοηθήματος κατά της υποκείμενης στην προσφυγή πράξης και ειδικότερα, η έναρξη της προθεσμίας αυτής όχι από την τυχόν μεταγενέστερη της προθεσμίας απάντησης κοινοποίηση στον προσφεύγοντα της απορριπτικής επί της προσφυγής του αποφάσεως, εάν και όταν αυτή γίνει, αλλά από την πάροδο της προθεσμίας απάντησης χωρίς να έχει κοινοποιηθεί η, τυχόν εκδοθείσα εντός της προθεσμίας απάντησης, αποβλέπει στην ύπαρξη σταθερών και ευχερώς μετρήσιμων χρονικών σημείων υπολογισμού της προθεσμίας, μη συναρτωμένων με αβέβαια περιστατικά, και τούτο για την διευκόλυνση της παροχής εννόμου προστασίας. Συνεπώς, ο τρόπος αυτός υπολογισμού δεν παραβιάζει διάταξη υπέρτερης τυπικής ισχύος (10 και 20 παρ.1 Συντ. και 6 ΕΣΔΑ), δεδομένου ότι δεν καθιστά ιδιαιτέρως δυσχερή για τον αιτούντα την εμπρόθεσμη άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, εφόσον η έναρξη της προθεσμίας ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΤΙς ΔΙΚΕΣ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ, δηλαδή την άσκηση της διοικητικής προσφυγής και την κατάθεσή της απευθείας στο αρμόδιο όργανο, η δε εκ μέρους του τήρηση της προθεσμίας είναι ευχερής εφόσον αυτή απόκειται αποκλειστικώς στον ίδιο, ο οποίος οφείλει να γνωρίζει τις κατά νόμο συνέπειες των διαδικαστικών ενεργειών του.

ΣΕ

1649/2010

3. Επειδή, το άρθρο 1 παρ.2 του ν.2790/2000 με τίτλο «Αποκατάσταση των παλιννοστούντων ομογενών από την τέως Σοβιετική Ένωση και άλλες διατάξεις» (Α΄24) ορίζει ότι η ελληνική ιθαγένεια ομογενούς αποκτάται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας. Εξάλλου, η προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.2 εδάφ. 10ο του ν. 2503/1997 (Α’ 97) και 8 του ν. 3200/1955 (Α’ 97) ειδική διοικητική προσφυγή νομιμότητας κατά των πράξεων του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας ενώπιον του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού διακόπτει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 46 παρ.2 του πδ/τος 18/89 (Α’ 8), την προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως κατά της υποκείμενης στην προσφυγή πράξεως του Γενικού Γραμματέα (βλ. ΣτΕ 2706/2005 ). Η προθεσμία αυτή, επί προσφυγής ασκούμενης δια καταθέσεως στο Υπουργείο, αρχίζει εκ νέου μετά την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας που τάσσεται στον Υπουργό να αποφανθεί, εκτός αν εκδοθεί και κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο η απορριπτική απόφαση του Υπουργού επί της προσφυγής, ή εάν ο ενδιαφερόμενος λάβει γνώση της απορριπτικής αποφάσεως του Υπουργού πριν την πάροδο της προθεσμίας αυτής. Σε περίπτωση σιωπής του Υπουργού ή κοινοποιήσεως στον ενδιαφερόμενο ή γνώσεως εκ μέρους του της απορριπτικής της προσφυγής του αποφάσεως του Υπουργού σε χρόνο μεταγενέστερο της εξηκονθήμερης προθεσμίας, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της σιωπηρής απορρίψεως της προσφυγής ή της απορριπτικής αυτής υπουργικής αποφάσεως καθώς και κατά της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα, αρχίζει από την επομένη της συμπληρώσεως της ανωτέρω εξηκονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 8 του ν. 3200/1955 (ΣτΕ 840/2007, βλ.308/2006 κ.ά.). Ο κατά τον τρόπο αυτόν υπολογισμός της προθεσμίας ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως και ειδικότερα, η έναρξη της προθεσμίας αυτής όχι από την τυχόν μεταγενέστερη του εξηκονθημέρου κοινοποίηση στον προσφεύγοντα της απορριπτικής επί της προσφυγής του αποφάσεως, εάν και όταν αυτή γίνει, αλλά από την πάροδο του εξηκονθημέρου αυτού χωρίς να έχει κοινοποιηθεί η, τυχόν εκδοθείσα εντός του εξηκονθημέρου, απόφαση, αποβλέπει στην ύπαρξη σταθερών και ευχερώς μετρήσιμων χρονικών σημείων υπολογισμού της προθεσμίας, μη συναρτωμένων με αβέβαια περιστατικά, και τούτο για την διευκόλυνση της παροχής εννόμου προστασίας. Συνεπώς, ο τρόπος αυτός υπολογισμού δεν παραβιάζει διάταξη υπέρτερης τυπικής ισχύος και, ειδικότερα, τα άρθρα 10 και 20 παρ.1 του Συντάγματος και 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α΄256), δεδομένου ότι δεν καθιστά ιδιαιτέρως δυσχερή για τον αιτούντα την εμπρόθεσμη άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, εφόσον η έναρξη της προθεσμίας συνδέεται με τις δικές του επιλογές και ενέργειες, δηλαδή την άσκηση της διοικητικής προσφυγής και την κατάθεσή της απευθείας στο Υπουργείο, η δε εκ μέρους του τήρηση της προθεσμίας είναι ευχερής εφόσον αυτή απόκειται αποκλειστικώς στον ίδιο, ο οποίος οφείλει να γνωρίζει τις κατά νόμο συνέπειες των διαδικαστικών ενεργειών του. Εξ άλλου, ειδικώς ως προς την προσβολή της υπουργικής αποφάσεως, θα έβαινε πέραν των ορίων του συστήματος διοικητικού ελέγχου της νομιμότητος των διοικητικών πράξεων η δυνατότητα να υπόκειται σε αυτοτελή δικαστικό έλεγχο πράξη, η οποία περιορίζεται σε άσκηση ελέγχου νομιμότητος επί διοικητικής πράξεως, της οποίας, όμως, δεν είναι, πλέον, δυνατός, λόγω εκπροθέσμου, ο δικαστικός έλεγχος και η οποία, ως εκ τούτου, θα παρέμενε, ούτως ή άλλως, ισχυρή (ΣτΕ 308/2006, 3393, 2192/2005 ).

4. Επειδή, εν προκειμένω, το αίτημα απόκτησης ελληνικής ιθαγένειας της αιτούσης απερρίφθη με την Φ.16560/2986/13.7.2004 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, μετά από την υπ’αριθ.35/21.5.2004 αρνητική γνωμοδότηση της Γ΄Ειδικής Επιτροπής. Κατά της αποφάσεως αυτής, της οποίας έλαβε γνώση στις 26.10.2004, η αιτούσα υπέβαλε, δια καταθέσεως στις 25.11.2004 στο Υπουργείο Εσωτερικών (και όχι στον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, όπως ισχυρίζεται με το από 11.12.2009 υπόμνημά της), εμπρόθεσμη προσφυγή κατά τις διατάξεις του ν.2503/1997 (1 παρ.2) και του ν.3200/1955 (αρθ.8), η οποία διέκοψε την προθεσμία της αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας. Η προθεσμία αυτή επανεκκινήθη στις 25.1.2005, μετά, δηλαδή, την πάροδο εξηκονθημέρου και έληξε στις 28.3.2005 (η 25.3 ήταν επίσημη αργία και οι 26 και 27.3. ήταν ημέρες Σάββατο και Κυριακή). Εξ άλλου, η μετά την συμπλήρωση του εξηκονθημέρου, γνώση της υπουργικής αποφάσεως, η οποία έχει εκδοθεί εμπροθέσμως, δεν ασκεί επιρροή στον κατά τα προαναφερόμενα χρόνο ενάρξεως της προθεσμίας της αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκήθηκε στις 6.4.2005 είναι απορριπτέα ως εκπρόθεσμη, τόσο κατά το μέρος που στρέφεται κατά της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, όσο και κατά το μέρος που στρέφεται κατά της ρητής απορρίψεως της προσφυγής από τον Υπουργό Εσωτερικών. Ενόψει, εξ άλλου, των ανωτέρω εκτεθέντων, οι προβαλλόμενοι με το από 11.12.2009 υπόμνημα ισχυρισμοί της αιτούσης, κατά τους οποίους η εκπρόθεσμη άσκηση της αιτήσεως οφείλεται στην άγνοια από μέρους της των δικονομικών κανόνων, για τους οποίους δεν ενημερώθηκε από τη Διοίκηση, ότι ο υπολογισμός της προθεσμίας με τον τρόπο αυτό αντίκειται στα άρθρα 10 και 20 παρ.1 του Συντάγματος και στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και ότι, εν πάση περιπτώσει, υπερέβη την προθεσμία κατά λίγες μόνο ημέρες, είναι απορριπτέοι.

5. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

 

ΣΕ

98/2016

1. Επειδή, με την υπό κρίση έφεση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθ. και 2838349, 2838350, 2838351/2007 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄) ζητείται η εξαφάνιση της 302/2006 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως της ήδη εκκαλούσας κατά α) της 5619/29.6.2004 απόφασης του Νομάρχη Μαγνησίας με την οποία κυρώθηκε το Π3275/2002 πρωτόκολλο αδυνάτου τακτοποιήσεως ακινήτου κειμένου στην οδό Κουταρέλια του Ο.Τ. 409 του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως του Δήμου Βόλου, β) της σιωπηρής απόρριψης από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Πελοποννήσου της από 2.9.2004 προσφυγής που άσκησε η εκκαλούσα κατά της ανωτέρω νομαρχιακής απόφασης και γ) του υπ’ αριθ. 3935/2.11.2004 εγγράφου της Διεύθυνσης ΠΕ.ΧΩ. της Περιφέρειας Θεσσαλίας, με το οποίο ενημερώθηκε η εκκαλούσα ότι δεν εκδόθηκε απόφαση επί της προσφυγής της. Ειδικότερα, με την εκκαλουμένη, η αίτηση ακυρώσεως απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη κατά το μέρος αυτής, με το οποίο στρεφόταν κατά της 5619/29.6.2004 απόφασης του Νομάρχη Μαγνησίας και κατά της σιωπηρής απόρριψης από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Πελοποννήσου της από 2.9.2004 προσφυγής και ως στρεφόμενη κατά μη εκτελεστής πράξης κατά το μέρος αυτής, με το οποίο στρεφόταν κατά του υπ’ αριθ. 3935/2.11.2004 εγγράφου της Διεύθυνσης ΠΕ.ΧΩ. […]

3. Επειδή, στο άρθρο 69 του π.δ. 30/1996 («Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης», Α΄ 21) – στα οποία κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις των παραγράφων 12 και 13, αντιστοίχως, του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 (Α΄ 90) – ορίζονταν τα εξής: «Κατά των αποφάσεων του Νομάρχη επιτρέπεται, σε οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, προσφυγή για παράβαση νόμου στο Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση ή αν η απόφαση δεν δημοσιεύεται από την κοινοποίηση ή διαφορετικά αφότου έλαβε γνώση. Η προσφυγή κατατίθεται στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ή στο Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας με απόδειξη. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 32001955 περί διοικητικής αποκεντρώσεως, όπως ισχύει κάθε φορά…». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 3200/1955 (Α΄ 97), «Κατά των αποφάσεων του Νομάρχου, επιτρέπεται εις πάντα ενδιαφερόμενον προσφυγή διά παράβασιν νόμου ενώπιον του αρμοδίου Υπουργού εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάκοντα ημερών από της δημοσιεύσεως ή εάν η απόφασις δεν δημοσιεύεται από της κοινοποιήσεως ή άλλως αφ’ ης έλαβε γνώσιν» (παρ. 1). Η προσφυγή αυτή κατατίθεται είτε στη Νομαρχία είτε στο αρμόδιο Υπουργείο (παρ. 2), ο αρμόδιος δε υπουργός οφείλει να αποφασίζει επ’ αυτής μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών από την υποβολή της σε αυτόν (παρ. 3). Όπως έχει κριθεί, με την εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής του άρθρου 8 του ν. 3200/1955, η οποία συνεπάγεται μόνον έλεγχο νομιμότητας της υποκείμενης στην προσφυγή πράξης, διακόπτεται η κατά το άρθρο 46 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της πράξης αυτής. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις κατάθεσης της προσφυγής στο Υπουργείο, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της νομαρχιακής πράξης κινείται εκ νέου την επομένη της παρόδου της τασσομένης στον Υπουργό εξηκονθήμερης προθεσμίας απόφανσης, η οποία έχει ανατρεπτικό χαρακτήρα, από την ίδια δε ημέρα αρχίζει η προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου κατά της σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής, η οποία τεκμαίρεται με την πάροδο απράκτου του εξηκονθημέρου, ή κατά της σχετικής ρητής υπουργικής απόφασης που τυχόν εκδόθηκε πριν συμπληρωθεί το εξηκονθήμερο, εκτός εάν εκείνος που άσκησε την προσφυγή έλαβε γνώση της ρητής υπουργικής απόφασης σε προγενέστερο χρόνο, οπότε η προθεσμία για την προσβολή με αίτηση ακυρώσεως της νομαρχιακής και της υπουργικής απόφασης αρχίζει από την ημερομηνία της γνώσης. Εάν, όμως, η προσφυγή έχει κατατεθεί στη Νομαρχία και δεν προκύπτει γνώση από τον προσφεύγοντα του χρόνου περιέλευσής της στο Υπουργείο, η προθεσμία προσβολής της νομαρχιακής και της υπουργική απόφασης ή της τυχόν σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής αρχίζει από την κοινοποίηση ή την με οποιονδήποτε τρόπο γνώση της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής από τον Υπουργό. Αλλά, και στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεδομένου ότι η ημερομηνία κατάθεσης της προσφυγής είναι, εν πάση περιπτώσει, γνωστή στον προσφεύγοντα, η πάροδος ευλόγου χρόνου από την κατάθεση της προσφυγής στη Νομαρχία, σε συνδυασμό με το εύλογο ενδιαφέρον του προσφεύγοντος, δύναται να δημιουργήσει τεκμήριο γνώσης της απόρριψης της προσφυγής και πριν από την κοινοποίηση ή την κατ’ άλλο τρόπο γνώση της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης (βλ. ΣτΕ 4539/2009 7μ., 3732/2005 , 3054/2000 , 1359/2000 , 1708/2000 , 2863/1985 Ολομ. κ.ά.). Τα ανωτέρω ισχύουν, αναλόγως, και για τις προσφυγές που ασκούνται δυνάμει των προαναφερθεισών διατάξεων του άρθρου 69 του π.δ. 30/1996 (ΣτΕ 4539/2009, 3732/2005 , 3014/2001 ).

4. Επειδή, η εκκαλουμένη δέχθηκε ότι η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Θεσσαλίας την από 2.9.2004 προσφυγή κατά της 5619/29.6.2004 απόφασης του Νομάρχη Μαγνησίας, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς με την πάροδο εξηκονθημέρου δηλαδή στις 1.11.2004. Από την επομένη (2.11.2004) κινήθηκε η προθεσμία του άρθρου 46 του π.δ. 18/1989 για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της νομαρχιακής απόφασης και κατά της σιωπηρής απόρριψης της ανωτέρω προσφυγής από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Θεσσαλίας. Συνεπώς, η αίτηση ακυρώσεως κατά των πράξεων αυτών, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας στις 20.1.2005, ασκήθηκε, σύμφωνα με την εκκαλουμένη, εκπροθέσμως. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. ιδίως το υπ’ αριθ. 3935/2.11.2004 έγγραφο της Διεύθυνσης ΠΕ.ΧΩ. της Περιφέρειας Θεσσαλίας και το έγγραφο της από 2.9.2004 προσφυγής), η εν λόγω προσφυγή κατατέθηκε στις 2.9.2004 στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Μαγνησίας (αρ. πρωτ. Διεύθυνσης Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών Ν.Α. Μαγνησίας 8320/2.9.2004) και περιήλθε στην Περιφέρεια στις 13.9.2004 (αρ.πρωτ. Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωροταξίας Περιφέρειας Θεσσαλίας 3780/13.9.2004). Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η κρίση της εκκαλουμένης ότι η αίτηση ακυρώσεως ασκήθηκε εκπροθέσμως, διότι κατατέθηκε μετά την πάροδο εξηκονθημέρου από τη συμπλήρωση της εξηκονθήμερης προθεσμίας εντός της οποίας ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας Θεσσαλίας όφειλε να αποφανθεί επί της προσφυγής, είναι εσφαλμένη εφόσον η προσφυγή κατατέθηκε στη Νομαρχία και δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η εκκαλούσα γνώριζε τον χρόνο περιέλευσης αυτής στην Περιφέρεια. Συνεπώς, η αίτηση ακυρώσεως η οποία κατατέθηκε στις 20.1.2005 ήταν εμπρόθεσμη, εφόσον κατατέθηκε εντός ευλόγου χρόνου από την κατάθεση της προσφυγής στη Νομαρχία. Κατόπιν τούτων η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και το Δικαστήριο να προχωρήσει στην εκδίκαση της αιτήσεως ακυρώσεως. […]

 

ΣΕ

2584/2016

6. Επειδή, με τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ. 12 του ν. 2218/1994 (ΦΕΚ Α΄ 90) – άρθρο 69 του π.δ/τος 30/1996 “Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης” (ΦΕΚ Α΄ 21), θεσπίζεται ειδική διοικητική διαδικασία για τον έλεγχο, από άποψη νομιμότητας, των νομαρχιακών αποφάσεων, που συνίσταται στην εξέταση της υπόθεσης από το Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας ύστερα από την άσκηση σχετικής προσφυγής. Η εμπρόθεσμη άσκηση της εν λόγω προσφυγής, η οποία δεν έχει ενδικοφανή χαρακτήρα, κατά της απόφασης του Νομάρχη ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας διακόπτει, κατά το άρθρο 46 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8), την εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της νομαρχιακής απόφασης. Ειδικότερα, σε περίπτωση κατάθεσης της προσφυγής στην Περιφέρεια, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της νομαρχιακής πράξης κινείται εκ νέου την επομένη της παρόδου της τασσομένης στον Γενικό Γραμματέα εξηκονθήμερης προθεσμίας αποφάνσεως, η οποία έχει ανατρεπτικό χαρακτήρα. Από την ίδια ημέρα αρχίζει και η προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου κατά της σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής, η οποία τεκμαίρεται με την πάροδο απράκτου του εξηκονθημέρου, ή κατά της σχετικής ρητής απόφασης που τυχόν εκδόθηκε πριν συμπληρωθεί το εξηκονθήμερο, εκτός εάν εκείνος που άσκησε την προσφυγή έλαβε γνώση της ρητής απόφασης του Γενικού Γραμματέα σε προγενέστερο χρόνο, οπότε η προθεσμία για την προσβολή με αίτηση ακυρώσεως της νομαρχιακής πράξης και της απόφασης του Γενικού Γραμματέα αρχίζει από την ημερομηνία της γνώσης (βλ. Σ.τ.Ε. 1423/2013, 1630/2010, 4108/2009 κ.ά.). Εξ άλλου, στην περίπτωση που η προσφυγή κατατεθεί στη Νομαρχία και δεν προκύπτει ασφαλής γνώση από τον προσφεύγοντα του χρόνου περιέλευσής της στη γενική γραμματεία περιφέρειας, η προθεσμία προσβολής των ως άνω αποφάσεων του Νομάρχη και του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας ή της τυχόν σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής αρχίζει από την κοινοποίηση ή τη γνώση, με οποιοδήποτε τρόπο, από τον ενδιαφερόμενο της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής από τον Γ.Γ.Π. Αλλά στην περίπτωση αυτή, η πάροδος ευλόγου χρόνου από την κατάθεση της προσφυγής σε συνδυασμό με το εύλογο ενδιαφέρον του προσφεύγοντος, μπορεί να δημιουργήσει τεκμήριο γνώσης και πριν από την κοινοποίηση ή την κατ’ άλλο τρόπο γνώση της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης (βλ. Σ.τ.Ε. 1423/2013, 1124/2008, 3594/2007).

7. Επειδή, εξάλλου, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά διοικητικής πράξεως, με την οποία τροποποιείται το σχέδιο πόλεως αρχίζει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση κατά την οποία η τροποποίηση είναι όλως εντοπισμένη, η προθεσμία προσβολής της σχετικής πράξεως αρχίζει από την κοινοποίησή της στον ιδιοκτήτη του θιγόμενου ακινήτου ή από την εκ μέρους του γνώση της, στην περίπτωση δε αυτή ο εντοπισμένος ή μη χαρακτήρας της τροποποίησης κρίνεται σε σχέση προς την έκταση, την οποία καταλαμβάνει η όλη ρύθμιση και όχι προς το μέρος που προσβάλλεται (ΣτΕ 1423/2013, πρβλ. ΣτΕ. 2445/2010, 3982/2009 Ολομ. κ.ά.). Κατά συνέπεια, εφόσον, εν προκειμένω, η τροποποίηση του εγκεκριμένου σχεδίου που επιχειρήθηκε με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη, συνιστάμενη στη μετακίνηση της ρυμοτομικής γραμμής μεταξύ δύο οικοδομικών τετραγώνων, είναι όλως εντοπισμένη, την προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά της πράξεως αυτής από τον ιδιοκτήτη ακινήτου που αφορά, δεν κίνησε η δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

8. Επειδή, η πρώτη προσβαλλόμενη 10024/29.8.2008 πράξη του Νομάρχη Χανίων, με την οποία τροποποιήθηκε το εγκεκριμένο σχέδιο της πόλεως των Χανίων, δημοσιεύθηκε στο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως 398 τ. Α.Α.Π., που φέρει ημερομηνία 9.9.2008. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η πράξη αυτή ουδέποτε κοινοποιήθηκε στον αιτούντα, ο οποίος, φερόμενος ως ιδιοκτήτης ακινήτου του οποίου μετατοπίζονται οι ρυμοτομικές και οικοδομικές γραμμές με την ανωτέρω πράξη, ισχυρίζεται ότι έλαβε γνώση της στις 5.12.2008. Κατά της εν λόγω πράξεως ο ίδιος άσκησε προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Κρήτης, η οποία κατατέθηκε στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χανίων στις 10.12.2008, περιήλθε δε στην Περιφέρεια Κρήτης στις 31.12.2008 σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο 25/9.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης Β΄ βαθμού αυτής. Υπό τα δεδομένα αυτά, η προσφυγή ασκήθηκε εμπροθέσμως, εφόσον από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι ο αιτών είχε λάβει γνώση της νομαρχιακής αποφάσεως ή ότι αυτή του είχε κοινοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο του τριακονθημέρου πριν την κατάθεση της προσφυγής. Εν όψει των ανωτέρω, η προαναφερόμενη προσφυγή, εμπροθέσμως ασκηθείσα, διέκοψε την προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης. Τέλος, αφού από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι ο αιτών έλαβε γνώση της ημερομηνίας περιέλευσης της προσφυγής του στη Γενική Γραμματεία της Περιφέρειας Κρήτης (δεδομένου ότι το προαναφερθέν 25/9.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης Β΄ βαθμού δεν του κοινοποιήθηκε), ούτε αν του κοινοποιήθηκε η απορριπτική της προσφυγής 2962/3.3.2009 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Κρήτης, ούτε αν αυτός έλαβε γνώση της σε χρόνο προγενέστερο του εξηκονθημέρου πριν από την κατάθεση της αιτήσεως ακυρώσεως, η οποία κατατέθηκε στις 30.4.2009, δηλαδή σε χρόνο από την κατάθεση της προσφυγής που δεν υπερβαίνει, κατά τα ανωτέρω, τον εύλογο, η αίτηση ακυρώσεως ασκείται εμπροθέσμως τόσο ως προς την πρώτη προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση τροποποίησης του εγκεκριμένου σχεδίου, όσο και ως προς τη δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη του Γενικού Γραμματέα, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του αιτούντος κατά της νομαρχιακής αποφάσεως.

 

ΣΕ

934/2011

3. Επειδή, στο άρθρο 1 παρ.2 εδ. τελευταίο του ν.2503/1997 (Α΄ 107) προβλέπεται ότι «Οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν.3200/1955 (Α΄ 97) εφαρμόζονται αναλόγως και για τις πράξεις του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Οι σχετικές προσφυγές ασκούνται ενώπιον του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού». Στο άρθρο 8 του ν. 3200/1955 ορίζεται ότι κατά των αποφάσεων του Νομάρχη επιτρέπεται σε κάθε ενδιαφερόμενο προσφυγή για παράβαση νόμου ενώπιον του αρμοδίου Υπουργού, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση ή, εάν η απόφαση δεν δημοσιεύεται, από την κοινοποίηση ή άλλως τη γνώση (παρ.1), ότι η προσφυγή αυτή κατατίθεται είτε στη Νομαρχία (Γενική Γραμματεία Περιφέρειας) είτε στο αρμόδιο Υπουργείο (παρ.2) και ότι ο αρμόδιος Υπουργός οφείλει να αποφασίσει εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την υποβολή της προσφυγής σε αυτόν (παρ.3). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ.2 του π.δ. 18/89 (Α΄ 8), η εμπρόθεσμη άσκηση της ανωτέρω διοικητικής προσφυγής, η οποία συνεπάγεται μόνο έλεγχο νομιμότητας της υποκείμενης στην προσφυγή πράξεως, διακόπτει την εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της πράξεως αυτής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ειδικότερα, όπως έχει κριθεί, σε περίπτωση καταθέσεως της προσφυγής στο Υπουργείο, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας αρχίζει εκ νέου το βραδύτερο την επομένη της παρόδου της τασσόμενης στον Υπουργό αποκλειστικής, και μη αναστελλόμενης κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών (από την 1η Ιουλίου έως την 15η Σεπτεμβρίου, Σ.τ.Ε.840/2007, 1191/2006), προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών, εντός της οποίας εξαντλείται η κατά χρόνον αρμοδιότητά του να αποφανθεί επί της προσφυγής. Από το αυτό χρονικό σημείο αρχίζει και η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της υπουργικής αποφάσεως που εκδόθηκε πριν τη συμπλήρωση της εξηκονθήμερης προθεσμίας αποφάνσεως, έστω και εάν αυτή κοινοποιηθεί στον ασκήσαντα την προσφυγή μεταγενεστέρως, εκτός εάν η απόφαση αυτή του κοινοποιηθεί ή εάν εκείνος λάβει γνώση του περιεχομένου της πριν την πάροδο της εν λόγω προθεσμίας, οπότε η προθεσμία για την προσβολή με αίτηση ακυρώσεως και των δύο πράξεων, δηλαδή του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας και του Υπουργού, αρχίζει από την επομένη της κοινοποιήσεως ή της γνώσεως της, απορριπτικής της προσφυγής, υπουργικής αποφάσεως.

 

ΣΕ

1777/2017

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση (α) της 125792/26.7.2013 αποφάσεως του Περιφερειακού Συμβούλου Αττικής με θέμα «Άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης με τροποποίηση του εγκ. ρυμοτομικού σχεδίου και δημιουργία πεζοδρόμου σε τμήμα του Ο.Τ. Γ573, στην περιοχή «Λόφος Πανί» του Δήμου Αλίμου, φερόμενων ιδιοκτητών Α. και Γ. Πιγκέ (Συμμόρφωση σε δικαστική απόφαση)» (ΑΑΠ 297/14.8.2013) και (β) της 63040/51406/25.11.2013 αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή των αιτούντων κατά της προαναφερθείσας αποφάσεως. […]

5. Επειδή, όπως έχει κριθεί (βλ. αντί πολλών ΣτΕ 4531/2013), επί εντετοπισμένης τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως συνισταμένης ειδικά στον αποχαρακτηρισμό κοινοχρήστου χώρου και την μετατροπή αυτού σε οικοδομήσιμο, η κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ 18/1989 (Α’ 8) εξηκονθήμερη προθεσμία προσβολής της με αίτηση ακυρώσεως δεν αρχίζει για τους τρίτους από την δημοσίευση της οικείας διοικητικής πράξεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά από την πλήρη γνώση του περιεχομένου αυτής, η οποία τεκμαίρεται από ενέργειες που αναιρούν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα (ως λ.χ. είναι η κατάληψη του κοινοχρήστου χώρου, έναρξη οικοδομικών εργασιών κ.λπ.).

6. Επειδή, περαιτέρω, ο ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α΄ 87) στο άρθρο 227 ορίζει ότι «1.α. Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να προσβάλει τις αποφάσεις των συλλογικών ή μονομελών οργάνων των […] περιφερειών […] για λόγους νομιμότητας, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης ή την ανάρτησή της στο διαδίκτυο ή από την κοινοποίησή της ή αφότου έλαβε γνώση αυτής […] 2. Ο Ελεγκτής Νομιμότητας αποφαίνεται επί της προσφυγής μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της. Αν παρέλθει η ανωτέρω προθεσμία χωρίς να εκδοθεί απόφαση, θεωρείται ότι η προσφυγή έχει σιωπηρώς απορριφθεί. 3. Η άσκηση της ειδικής διοικητικής προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση των ενδίκων βοηθημάτων ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων. 4. […]», στο άρθρο 238 ορίζει ότι «1. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας Ο.Τ.Α. ο έλεγχος νομιμότητας των πράξεων κατά τα άρθρα 225, 226 και 227 του παρόντος ασκείται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και τις Ειδικές Επιτροπές του άρθρου 152 του Κ.Δ.Κ., οι οποίες βρίσκονται στις έδρες των περιφερειών που ανήκουν στην ανωτέρω Αποκεντρωμένη Διοίκηση, καθώς και από τις Επιτροπές Ελέγχου των Πράξεων του άρθρου 68 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (π.δ. 30/1996) […] 4. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας Ο.Τ.Α. δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 3 του άρθρου 227 του παρόντος» και στο άρθρο 285 ορίζει ότι «Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου κάθε γενική ή ειδική διάταξη, η οποία είναι αντίθετη προς τις ρυθμίσεις του παρόντος, καταργείται».

7. Επειδή, οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 227 του ν. 3852/2010 προβλέπουν δυνατότητα ασκήσεως, εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας, προσφυγής νομιμότητας κατά των αποφάσεων των συλλογικών ή μονομελών οργάνων, μεταξύ άλλων, των περιφερειών ενώπιον του Ελεγκτή Νομιμότητας, ο οποίος αποφαίνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την υποβολή της προσφυγής. Κατά δε το χρονικό διάστημα μέχρι την έναρξη λειτουργίας της, ιδρυόμενης με τον ν. 3852/2010 στην έδρα κάθε Αποκεντρωμένης Διοίκησης (άρθρο 215), Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας Ο.Τ.Α., της οποίας προΐσταται ο Ελεγκτής Νομιμότητας (άρθρο 216), ο έλεγχος νομιμότητας των πράξεων κατά το άρθρο 227 του νόμου αυτού ασκείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 238 παρ. 1 του ίδιου νόμου. Κατά τη μεταβατική αυτή διάταξη, ο εν λόγω έλεγχος νομιμότητας πράξεων συλλογικών οργάνων των περιφερειών ασκείται από τις συγκροτούμενες, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, Επιτροπές Ελέγχου των Πράξεων του άρθρου 68 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης [κωδ. π. δ. 30/1996 (Α΄ 21)], το οποίο προβλέπει ότι οι Επιτροπές επιλαμβάνονται σχετικών προσφυγών, ασκουμένων εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας, και αποφαίνονται επ’ αυτών εντός εικοσαήμερης αποκλειστικής προθεσμίας, ο δε έλεγχος νομιμότητας πράξεων μονομελών οργάνων των περιφερειών ασκείται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ενόψει του άρθρου 69 του ως άνω Κώδικα, το οποίο προβλέπει ότι ο Γενικός Γραμματέας επιλαμβάνεται σχετικών προσφυγών, ασκουμένων εντός τριακονθήμερης προθεσμίας, και, δια παραπομπής στο άρθρο 8 παρ. 3 του ν. 3200/1955 “περί διοικητικής αποκεντρώσεως” (Α΄ 97), αποφαίνεται επ’ αυτών εντός εξηκονθήμερης αποκλειστικής προθεσμίας.

8. Επειδή, εξάλλου, όπως έχει κριθεί (βλ. αντί πολλών ΣτΕ 2489/2014, 3228/2012 κ.ά.), καθ’ ερμηνεία των εφαρμοστέων, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, στην προκειμένη περίπτωση διατάξεων του άρθρου 69 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, με τις διατάξεις αυτές θεσπίζεται ειδική διοικητική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία ο Γενικός Γραμματέας ελέγχει τη νομιμότητα και μόνον των νομαρχιακών αποφάσεων εν γένει κατόπιν ασκήσεως προσφυγής από νομιμοποιούμενο. Η εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής αυτής, η οποία δεν έχει ενδικοφανή χαρακτήρα, διακόπτει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, την προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά της νομαρχιακής αποφάσεως. Η εν λόγω προθεσμία, σε περίπτωση καταθέσεως της προσφυγής στην Περιφέρεια, αρχίζει εκ νέου μετά την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας που τάσσεται από το άρθρο 8 παρ. 3 του ν. 3200/1955 στον Γενικό Γραμματέα για να αποφανθεί, εκτός αν εκδοθεί και κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο απορριπτική απόφαση του Γενικού Γραμματέα επί της προσφυγής ή αν ο ενδιαφερόμενος λάβει γνώση της απορριπτικής αποφάσεως πριν από την πάροδο της προθεσμίας αυτής αποφάνσεως του Γενικού Γραμματέα. Σε περίπτωση δε σιωπής του Γενικού Γραμματέα ή κοινοποιήσεως στον ενδιαφερόμενο ή γνώσεως εκ μέρους του αποφάσεως απορριπτικής της προσφυγής του σε χρόνο μεταγενέστερο της εξηκονθήμερης προθεσμίας αποφάνσεως, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως, τόσο κατά της ρητής ή σιωπηρής απορρίψεως της προσφυγής από τον Γενικό Γραμματέα όσο και της νομαρχιακής αποφάσεως, αρχίζει από την επόμενη της εξηκονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 8 παρ. 3 του ν. 3200/1955.

9. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 125792/26.7.2013 απόφαση του Περιφερειακού Συμβούλου τροποποιείται το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο σε τμήμα του Ο.Τ. Γ 573 στην περιοχή «Λόφος Πανί» του Δήμου Αλίμου νομού Αττικής, με άρση απαλλοτριώσεως, μετατροπή τμήματος κοινοχρήστου χώρου πρασίνου σε οικοδομήσιμο και καθορισμό όρων και περιορισμών δομήσεως σε ακίνητο φερομένης ιδιοκτησίας των παρεμβαινόντων, καθώς και δημιουργία πεζοδρόμου. Η εν λόγω απόφαση δημοσιεύθηκε στο τεύχος ΑΑΠ της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως στις 14.8.2013 (με χρόνο πραγματικής κυκλοφορίας 20.8.2013) και κοινοποιήθηκε στους αιτούντες στις 13.9.2013. Κατά της πράξεως αυτής οι αιτούντες άσκησαν εμπροθέσμως στις 25.9.2013 προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (με αρ. πρωτ. 50533/41406/25.9.2013), η οποία διέκοψε την προθεσμία της αιτήσεως ακυρώσεως. Η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε ρητώς με την 63040/51406/25.11.2013 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, η οποία εκδόθηκε εντός της, κατ’ άρθρο 8 του ν. 3200/1955, ισχύουσας κατά το μεταβατικό διάστημα, μέχρι δηλαδή την έναρξη λειτουργίας της οικείας Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας Ο.Τ.Α., εξηκονθήμερης προθεσμίας για την έκδοση αποφάσεώς του επί της προσφυγής. Η προθεσμία για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως κατά της ανωτέρω αποφάσεως του Περιφερειακού Συμβούλου άρχισε στις 26.11.2013 και συμπληρώθηκε στις 24.1.2014 (ημέρα Παρασκευή), χωρίς να κινηθεί εκ νέου, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, με την κοινοποίηση ή γνώση από τους αιτούντες της απορριπτικής αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα. Με τα δεδομένα αυτά, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως, η οποία ασκήθηκε στις 3.2.2014 στο Δικαστήριο (αρ. κατ. 481/3.2.2014) είναι εκπρόθεσμη και, συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, να γίνει δε δεκτή η παρέμβαση.

 

ΣΕ

3452/2015

1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η οποία ασκείται κατά νόμο χωρίς καταβολή παραβόλου, ζητείται η ακύρωση α) των ΓΕΑΝ 128/29.1.2009, ΓΕΑΝ 129/29.1.2009 και ΓΕΑΝ ΠΕ 1839/29.1.2009 αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, με τις οποίες ανακλήθηκαν, αντιστοίχως, οι ΔΓ 224004/14.5.1985, ΔΓ 224597/14.5.1985 και ΔΓ 224224/14.5.1985 αποφάσεις του Νομάρχη Πειραιώς περί δωρεάν, κατά κυριότητα, παραχωρήσεως στην τότε Κοινότητα Βουλιαγμένης Αττικής δημόσιων κοινόχρηστων τεμαχίων της διανομής έτους 1929 του αγροκτήματος Βάρης βάσει του άρθρου 123 παρ.10 του Αγροτικού Κώδικα και β) της 1218/28.4.2009 απόφασης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που υπογράφει, με εντολή του, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου, με την οποία απορρίφθηκαν προσφυγές του αιτούντος Δήμου κατά των ως άνω προσβαλλόμενων πράξεων. […]

6. Επειδή, το άρθρο 10 παρ. 8 του ν. 2503/1997 (Α΄ 107) ορίζει τα ακόλουθα: «Οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις της εν γένει αγροτικής νομοθεσίας πράξεις αρμοδιότητας των Νομαρχών του ν. 1235/1982, που αναφέρονται στη διεπόμενη από τη νομοθεσία αυτή δημόσια περιουσία, εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, πλην των πράξεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 123 του Αγροτικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 994/1979 …. για την έκδοση των οποίων αρμόδιος είναι ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας της Περιφέρειας και γνώμη της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Η ισχύς των εν λόγω αποφάσεων αρχίζει από την περιέλευσή τους στον Υπουργό Γεωργίας, έκτοτε δε τρέχουν και οι προθεσμίες των διατάξεων του άρθρου 8 του ν. 3200/1955». Το εν λόγω άρθρο 8 του ν. 3200/1955 (Α΄ 97) προβλέπει ότι κατά των αποφάσεων του Νομάρχη επιτρέπεται σε κάθε ενδιαφερόμενο προσφυγή για παράβαση νόμου ενώπιον του αρμοδίου Υπουργού, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση ή, εάν η απόφαση δεν δημοσιεύεται, από την κοινοποίηση ή άλλως τη γνώση (παρ.1), ότι η προσφυγή αυτή κατατίθεται είτε στη Νομαρχία (Γενική Γραμματεία Περιφέρειας) είτε στο αρμόδιο Υπουργείο (παρ.2) και ότι ο αρμόδιος Υπουργός οφείλει να αποφασίσει εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την υποβολή της προσφυγής σε αυτόν (παρ.3). Εξάλλου, το άρθρο 46 π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8) ορίζει ότι «1. Η αίτηση ακυρώσεως ασκείται … μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών που αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της προσβαλλόμενης πράξης ή της δημοσίευσής της, αν την τελευταία επιβάλλει ο νόμος ή, διαφορετικά, από τότε που ο αιτών έλαβε πλήρη γνώση της πράξης … 2. Κάθε διοικητική προσφυγή, εκτός από εκείνη που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 45 του παρόντος [εννοείται η ενδικοφανής προσφυγή], καθώς και η απλή αίτηση θεραπείας…διακόπτει την προθεσμία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για το χρονικό διάστημα που ορίζεται για την έκδοση σχετικής πράξεως ή, αν τέτοιο χρονικό διάστημα δεν ορίζεται, για 30 ημέρες ή έως την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της απάντησης της Διοικήσεως εφόσον αυτές πραγματοποιήθηκαν πριν παρέλθουν οι προθεσμίες αυτές. 3…».

7. Επειδή, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του άρθρου 10 παρ.8 εδ. τελευταίο του ν. 2503/1997 από την επομένη, σύμφωνα με το άρθρο 241 του Αστικού Κώδικα, της ημερομηνίας περιέλευσης της απόφασης του Γεν. Γραμματέα της Περιφέρειας στον αρμόδιο Υπουργό δύναται κατ’ αρχήν να αρχίσει και η προθεσμία προσβολής της με την κατ’ άρθρο 8 του ν. 3200/1955 προσφυγή νομιμότητας ενώπιον του Υπουργού. Περαιτέρω, όμως, για τη διακοπή, σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, της δικονομικής προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά της υποκειμένης στην προσφυγή αυτή πράξης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, η οποία προϋποθέτει την εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής, εφαρμόζεται ο γενικός δικονομικός κανόνας που θεσπίζει το εν λόγω άρθρο ως προς την προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και τον χρόνο έναρξής της. Συγκεκριμένα, η εξηκονθήμερη προθεσμία ασκήσεως του ένδικου αυτού βοηθήματος κατά ατομικής διοικητικής πράξης εκδιδομένης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 123 παρ.10 του Αγροτικού Κώδικα διακόπτεται με την άσκηση κατ’ αυτής της, μη εχούσης ενδικοφανή χαρακτήρα, προσφυγής του άρθρου 8 του ν. 3200/1955 εντός τριακονθήμερης προθεσμίας, αφετηρία της οποίας αποτελεί η κοινοποίηση της πράξης στον ενδιαφερόμενο ή η εκ μέρους του πλήρης γνώση του περιεχομένου της, η οποία συντελείται, πάντως, μετά την προβλεπόμενη στο άρθρο 10 παρ. 8 του ν. 2503/1997 περιέλευση της πράξης στον Υπουργό Γεωργίας και την έναρξη ισχύος της. Εξάλλου, όπως έχει παγίως κριθεί, καθ’ ερμηνεία των διατάξεων του άρθρο 8 του ν. 3200/1955, σε περίπτωση καταθέσεως της προβλεπόμενης σε αυτές προσφυγής στο Υπουργείο, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας αρχίζει εκ νέου το βραδύτερο την επομένη της παρόδου της τασσόμενης στον Υπουργό αποκλειστικής, προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών, εντός της οποίας εξαντλείται η κατά χρόνον αρμοδιότητά του να αποφανθεί επί της προσφυγής. Από το αυτό χρονικό σημείο αρχίζει και η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της υπουργικής απόφασης που εκδόθηκε πριν τη συμπλήρωση της εξηκονθήμερης προθεσμίας αποφάνσεως, έστω και αν αυτή κοινοποιηθεί στον ασκήσαντα την προσφυγή μεταγενεστέρως, εκτός εάν η απόφαση αυτή του κοινοποιηθεί ή εάν εκείνος λάβει γνώση του περιεχομένου της πριν την πάροδο της εν λόγω προθεσμίας, οπότε η προθεσμία για την προσβολή με αίτηση ακυρώσεως και των δύο πράξεων αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης ή της γνώσης της, απορριπτικής της προσφυγής, υπουργικής απόφασης.

8. Επειδή, εν προκειμένω, με τις προσβαλλόμενες από 29.1.2009 αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής ανακλήθηκαν, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 123 παρ.10 του Αγροτικού Κώδικα, οι περί παραχωρήσεως των επίμαχων εκτάσεων νομαρχιακές αποφάσεις για τον ρητώς διαλαμβανόμενο σε αυτές λόγο ότι δεν εκπληρώθηκε ο σκοπός των παραχωρήσεων, κατά παράβαση του τεθέντος στις ανακληθείσες πράξεις σχετικού όρου. Οι ανακλητικές αυτές πράξεις, οι οποίες είχαν περιέλθει στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στις 30.1.2009, πρωτοκολληθείσες με αριθ: 588, 589 και 590, γνωστοποιήθηκαν στον Δήμο Βουλιαγμένης στις 3.2.2009 και καταχωρίσθηκαν στο οικείο πρωτόκολλο κατά την ημερομηνία αυτή με αριθμό εισερχομένου εγγράφου 816 (βλ. την επί του σώματος εκάστης εξ αυτών σχετική σφραγίδα). Κατά των πράξεων αυτών ο ως άνω Δήμος άσκησε στις 4.3.2009 προσφυγές του άρθρου 8 του ν. 3200/1955 δια καταθέσεως (αριθ. πρωτ: 414, 415, 416) στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η εμπρόθεσμη άσκηση των προσφυγών εντός της τριακονθήμερης σχετικής προθεσμίας, η οποία, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, κινήθηκε από την επομένη της κατά τα ανωτέρω πλήρους γνώσεως από τον Δήμο Βουλιαγμένης των πράξεων του Γ.Γ.Π. Αττικής και έληξε στις 5.3.2009, επέφερε διακοπή της εξηκονθήμερης προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατ’ αυτών. Οι εν λόγω προσφυγές απορρίφθηκαν εντός της κατ’ άρθρο 8 του ν. 3200/1955 εξηκονθήμερης προθεσμίας αποφάνσεως επ’ αυτών με την, επίσης προσβαλλόμενη με την υπό κρίση αίτηση, 1218/28.4.2009 απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, της οποίας δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου κοινοποίηση στον αιτούντα Δήμο ή γνώση εκ μέρους του πριν από την εκπνοή της ως άνω αποκλειστικής προθεσμίας αποφάνσεως στις 4.5.2009 (61η ημέρα Δευτέρα, καθόσον η 60η ημέρα, Κυριακή:3.5.2009, ήταν κατά νόμον αργία). Ενόψει των ανωτέρω και των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, από την επομένη (5.5.2009) κινήθηκε εκ νέου η διακοπείσα προθεσμία προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά των πράξεων του Γ.Γ.Π. και της υπουργικής απόφασης, η οποία έληξε στις 18.9.2009 (συνυπολογιζομένης της αναστολής της εν λόγω προθεσμίας κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, από την 1η Ιουλίου έως την 15η Σεπτεμβρίου). Υπό τα προεκτεθέντα νομικά και πραγματικά δεδομένα, η κρινόμενη αίτηση εμπροθέσμως ασκήθηκε ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 21.5.2009 (με αρ. πρωτ: 2981) ως προς όλες τις προσβαλλόμενες με αυτήν πράξεις, όπως βασίμως ισχυρίζεται ο αιτών Δήμος. Εξάλλου, ενόψει της κατά τα ανωτέρω εμπρόθεσμης ασκήσεως των προσφυγών νομιμότητας, πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως ως αλυσιτελής, ο ισχυρισμός του Δήμου περί ελλιπούς ενημερώσεώς του από τον καθ’ ου Υπουργό ως προς τους όρους ασκήσεως των προσφυγών αυτών. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση, ασκουμένη και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα.

 

Δεύτερο ενδεχόμενο : Η ειδική προσφυγή κατατίθεται ενώπιον του οργάνου που εξέδωσε την υποκείμενη στην ειδική προσφυγή πράξη :

Στην περίπτωση αυτή αν δεν προκύπτει γνώση από τον προσφεύγοντα του χρόνου περιέλευσης της προσφυγής στο αρμόδιο να επιληφθεί της προσφυγής όργανο, η προθεσμία προσβολής της αρχικής πράξης και της ρητής απάντησης ή της τυχόν σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής αρχίζει από την κοινοποίηση ή την με οποιονδήποτε τρόπο γνώση της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής από το αρμόδιο όργανο. Αλλά, και στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεδομένου ότι η ημερομηνία κατάθεσης της προσφυγής είναι, εν πάση περιπτώσει, γνωστή στον προσφεύγοντα, η πάροδος ευλόγου χρόνου από την κατάθεση της προσφυγής στο όργανο που εξέδωσε την αρχική πράξη, σε συνδυασμό με το εύλογο ενδιαφέρον του προσφεύγοντος, δύναται να δημιουργήσει τεκμήριο γνώσης της απόρριψης της προσφυγής και πριν από την κοινοποίηση ή την κατ’ άλλο τρόπο γνώση της ρητής ή σιωπηρής απόρριψης.

ΣΕ

3591/2007

8. Επειδή, περαιτέρω, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του ν. 3200/1955 (Α’ 97) ο Υπουργός αποφασίζει σχετικά με την προσφυγή, η οποία ασκείται ενώπιόν του εντός εξήντα ημερών από την περιέλευση σ’ αυτόν της προσφυγής. Κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, σε περίπτωση έκδοσης υπουργικής αποφάσεως, που ακυρώνει απόφαση Νομάρχη, η οποία είναι είτε εκ του νόμου είτε εκ του Συντάγματος δημοσιευτέα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τότε και η υπουργική αυτή απόφαση είναι ομοίως και αυτή δημοσιευτέα κατά τον αυτό τρόπο, η δε δημοσίευσή της πρέπει να γίνει μέσα στην εξηκονθήμερη προθεσμία για την ενάσκηση της υπουργικής αρμοδιότητας άλλως ο Υπουργός στερείται πλέον χρονικής αρμοδιότητος να αποφανθεί επί της συναφούς προσφυγής (πρβλ. ΣΕ 3201/2004, 1642/2002, 3906/1994 κ.ά.).

ΠΡΟΣΟΧΗ : Όταν στις παραπάνω αποφάσεις η νομολογία αναφέρεται στην πάροδο της προθεσμίας απάντησης παρατηρείται το εξής : σε ορισμένες περιπτώσεις, η νομολογία φαίνεται να αντιλαμβάνεται ως περάτωση της προθεσμίας απάντησης την άπρακτη πάροδο αυτής, ενώ σε άλλες αποφάσεις φαίνεται να αντιλαμβάνεται ως περάτωση της προθεσμίας απάντησης την απλή πάροδο αυτής. Κατ’ αποτέλεσμα, στην πρώτη ομάδα αποφάσεων, για να περατωθεί η προθεσμία απάντησης απαιτείται η πάροδος χρονικού διαστήματος ίσου με [προθεσμία απάντησης + 1 ημέρα], οπότε από την επομένη αυτού εκκινά εκ νέου η προθεσμία του οικείου ενδίκου βοηθήματος (πχ ΣΕ 840/2007 κ.α.). Αντιθέτως, στη δεύτερη ομάδα αποφάσεων η προθεσμία απάντησης περατούται την ημέρα που συμπληρώνεται η προθεσμία απάντησης, οπότε από την επομένη εκκινά εκ νέου η προθεσμία του οικείου ενδίκου βοηθήματος (πχ ΣΕ 356/2003 κ.α.).

ΣΕ

840/2007

6. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η αιτούσα ένωση υπέβαλε απευθείας ενώπιον του αρμόδιου κατά τον κρίσιμο χρόνο Υπουργού Γεωργίας την 3027/23.7.2003 προσφυγή κατά της 1222/29.5.2003 αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Ηπείρου, με την οποία, όπως προεκτέθηκε, ανακλήθηκε η ανωτέρω 20400/14.7.1969 πράξη παραχωρήσεως. Η προσφυγή αυτή απερρίφθη σιωπηρώς με την πάροδο εξηκονθημέρου την 22.9.2003, από την επομένη δε 23.9.2003 ήρξατο η κατά το άρθρο 46 παρ.1 του πδ 18/89 εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, η οποία έληξε την 24.11.2003 (η 22η και 23η.11.2003 ήταν Σάββατο και Κυριακή αντίστοιχα).

 

ΣΕ

356/2003

1. Επειδή δια της υπό κρίσιν αιτήσεως, δια την οποίαν κατεβλήθησαν τα κατά νόμον τέλη (διπλότυπα εισπράξεως Δ.Ο.Υ. Δικ. Εισπρ. Αθηνών υπ΄ αριθμ. 1567498-99 έτους 1995) και το παράβολον (ειδικά δελτία υπ΄ αριθμ. 2277794 και 6141844 έτους 1995), ζητείται η ακύρωσις της Φ. 42301/4361/16-03-95 αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών, Δημοσίας Διοικήσεως και Αποκεντρώσεως. Δια της πράξεως αυτής απερρίφθη προσφυγή από 20-01-95 του αιτούντος κατά της 28640/25-11-94 αποφάσεως της Διευθυντρίας Εσωτερικών της Νομαρχίας Αθηνών. Δια της πράξεως αυτής, απευθυνομένης προς τον Δήμον Αθηναίων εις απάντησιν σχετικού εγγράφου, δια του οποίου διεβιβάζετο αίτησις του αιτούντος από 29-09-94, δια της οποίας ούτος κατ΄ επίκλησιν τελεσιδίκου αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, δια της οποίας το κύριον όνομα του αιτούντος διωρθούτο εις Αγησίλαος-Ιωάννης, εζήτει να μεταφερθή η σχετική μεταβολή εις το δημοτολόγιον του Δήμου δια την εις το εξής έκδοσιν πιστοποιητικών με το όνομα του αιτούντος, ως εδιορθώθη κατόπιν της ανωτέρω εφετειακής αποφάσεως, και να γίνουν σχετικαί ενέργειαι και προς κάθε άλλη τυχόν αρμόδια αρχή, εζητείτο να ενημερωθή ο αιτών ότι δεν ήτο δυνατή η ικανοποίησις του ανωτέρω αιτήματος.

2. Επειδή νομίμως χωρεί η συζήτησις της υποθέσεως παρά την μη παράστασιν του αιτούντος κατά την επ΄ ακροατηρίου συζήτησιν δια πληρεξουσίου δικηγόρου, εφ΄ όσον έχει κατατεθεί το 9018/1997 ειδικόν συμβολαιογραφικόν πληρεξούσιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Λιάτα-Δήμα περί παροχής υπό του αιτούντος προς τον υπογράφοντα το δικόγραφον της υπό κρίσιν αιτήσεως δικηγόρον πληρεξουσιότητος προς άσκησιν της αιτήσεως αυτής.

3. Επειδή, καθ΄ ερμηνείαν του δικογράφου της υπό κρίσιν αιτήσεως, ως συμπροσβαλλομένη θεωρείται, η ως άνω 28640/25-11-94 πράξις της Νομαρχίας Αθηνών, δια της οποίας, κατά την ορθήν έννοιαν της, απορρίπτεται αίτημα του αιτούντος περί διορθώσεως της εγγραφής του εις τα μητρώα αρρένων του δήμου, ήτοι αίτημα, το οποίον είχε υποβληθή δια της από 29-09-94 αιτήσεως του αιτούντος προς τον Δήμο Αθηναίων κατά την ορθήν, εν όψει της κατά τα ανωτέρω διατυπώσεως των αιτημάτων του αιτούντος, ερμηνείαν της αιτήσεως αυτής. Ως προς την πράξιν αυτήν, η υπό κρίσιν αίτησις, κατατεθείσα την 26-06-95, ασκείται εκπροθέσμως, δεδομένου ότι η κατ΄ άρθρ. 8 ν. 3200/55 προσφυγή του αιτούντος κατ΄ αυτής, κατατεθείσα την 20-01-95 εις το Υπουργείον Εσωτερικών, διέκοψε την προθεσμίαν ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά της νομαρχιακής πράξεως επί εξηκονθήμερον, ήτοι έως 21-03-95, από της επομένης της οποίας και ήρχιζεν εκ νέου τρέχουσα η εξηκονθήμερος προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως κατά της πράξεως αυτής. Ωσαύτως δε ήρχισε τρέχουσα η εξηκονθήμερη προθεσμία ασκήσεως ακυρώσεως κατά της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως, η οποία εξεδόθη εντός της κατά νόμον 60νθημέρου τασσομένης εις τον Υπουργόν (άρθρ. 8 ν. 3200/55) προθεσμίας προς απόφανσιν, ήτοι την 16-03-95, μη προκυπτούσης κοινοποιήσεως αυτής ή πλήρους γνώσεως αυτής υπό του αιτούντος προ της συμπληρώσεως του τασσομένου κατά νόμον εις τον Υπουργόν εξηκονθημέρου προς απόφανσιν, προς κίνησιν από αυτής της προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η υπό κρίσιν αίτησις, κατατεθείσα, ως εξετέθη, την 26-06-95, ασκείται και ως προς την πράξιν αυτήν εκπροθέσμως.

ΠΡΟΣΟΧΗ : Το διακοπτικό γεγονός στην περίπτωση της άσκησης ειδικής προσφυγής επέρχεται άπαξ.

ΣΕ

1155/2015

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή αίτηση ζητείται η ακύρωση α) της σιωπηρής απόρριψης από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ήδη Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής) της από 14.1.2009 ένστασης νομιμότητας της αιτήσεως, με την οποία εστρέφετο κατά της ΠΕΧΩ 8504/φπεριβ-8/08/8.12.2008 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί η από Μαΐου 2008 μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αιτούσας που αφορούσε στην ίδρυση από αυτήν πλωτής μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας θαλασσινών ψαριών νέων μεσογειακών ειδών (φαγκρί, μυτάκι, συναγρίδα) ετήσιας δυναμικότητας 230 τόννων, σε θαλάσσια έκταση 20 στρεμμάτων στη θέση Πλάκα, βορείως της νήσου Πόρου της Νομαρχίας Πειραιώς, β) της ανωτέρω απορριπτικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα.

3. Επειδή, στο άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 2503/1997 (Α΄107) ορίζεται ότι «οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 3200/1955 εφαρμόζονται αναλόγως και για τις πράξεις του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Οι σχετικές προσφυγές ασκούνται ενώπιον του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού». Στο δε άρθρο 8 του ν. 3200/1955 (Α΄97) ορίζεται ότι «1. Κατά των αποφάσεων του Νομάρχου επιτρέπεται εις πάντα ενδιαφερόμενον προσφυγή διά παράβασιν νόμου ενώπιον του αρμοδίου Υπουργού εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάκοντα ημερών από της δημοσιεύσεως ή εάν η απόφασις δεν δημοσιεύεται, από της κοινοποιήσεως ή άλλως αφ’ ης έλαβε γνώσιν. 2.. Η προσφυγή κατατίθεται εις την Νομαρχίαν ή το αρμόδιον Υπουργείον επί αποδείξει … 3. Ο αρμόδιος Υπουργός οφείλει ν’ αποφασίση εντός εξήκοντα ημερών από της υποβολής της προσφυγής εις αυτόν. 4…». Κατά τα παγίως γινόμενα δεκτά, η προβλεπομένη από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 2 του ν. 2503/1997 και 8 του ν. 3200/1955 ειδική διοικητική προσφυγή νομιμότητας κατά των πράξεων του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας ενώπιον του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού διακόπτει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄8), την προθεσμία άσκησης της αιτήσεως ακυρώσεως κατά της υποκείμενης στην προσφυγή πράξεως του Γενικού Γραμματέα. Η προθεσμία αυτή, επί προσφυγής ασκούμενης με κατάθεση στο Υπουργείο, αρχίζει εκ νέου μετά την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας που τάσσεται στον Υπουργό για να αποφανθεί, εκτός εάν εκδοθεί και κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο απορριπτική απόφαση του Υπουργού επί της προσφυγής ή εάν ο ενδιαφερόμενος λάβει γνώση της απορριπτικής απόφασης του Υπουργού πριν από την πάροδο της προθεσμίας αυτής. Σε περίπτωση σιωπής του Υπουργού ή κοινοποίησης στον ενδιαφερόμενο ή γνώσης εκ μέρους του της απορριπτικής της προσφυγής του απόφασης του Υπουργού σε χρόνο μεταγενέστερο της εξηκονθήμερης προθεσμίας, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής ή της απορριπτικής αυτής υπουργικής απόφασης, καθώς και κατά της απόφασης του Γενικού Γραμματέα, αρχίζει από την επομένη της συμπλήρωσης της ανωτέρω εξηκονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 8 του ν. 3200/1955. Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 46 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989, στο οποίο ορίζεται ότι «κάθε διοικητική προσφυγή, εκτός από εκείνη που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 45 του παρόντος (εννοείται η ενδικοφανής προσφυγή), καθώς και η απλή αίτηση θεραπείας δι’ αναφοράς στην αρχή που έχει εκδώσει την πράξη ή στην προϊσταμένη αρχή, διακόπτει την προθεσμία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για το χρονικό διάστημα που ορίζεται για την έκδοση σχετικής πράξεως ή, αν τέτοιο χρονικό διάστημα δεν ορίζεται για 30 ημέρες ή έως την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της απάντησης της Διοικήσεως εφόσον αυτές πραγματοποιήθηκαν πριν παρέλθουν οι προθεσμίες αυτές», η διακοπή της προθεσμίας αιτήσεως ακυρώσεως κατά εκτελεστής διοικητικής πράξης χωρεί μόνο μία φορά, γι’ αυτό και σε περίπτωση άσκησης από τον ίδιο προσφεύγοντα και δεύτερης προσφυγής, δεν επέρχεται νέα διακοπή της προθεσμίας της αιτήσεως ακυρώσεως, ούτε κινείται νέα προθεσμία απόφανσης του Υπουργού (ΣτΕ 3571/1990, πρβλ. ΣτΕ 109/1940, 2137/1980, 1184/1981, 1397/1984, 1945/1988, 2373/1989 για τις απλές ή ιεραρχικές προσφυγές). […].

4. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, κατά της ΠΕΧΩ 8504/φπεριβ-8/08/8.12.2008 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής η αιτούσα άσκησε προσφυγή νομιμότητας (ένσταση) ενώπιον του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, την οποία κατέθεσε στο Υπουργείο την 14.1.2009. Από την επομένη ξεκίνησε η εξηκονθήμερη αποκλειστική προθεσμία απόφανσης του Υπουργού, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του ν. 3200/1955, η οποία παρήλθε άπρακτη την 16.3.2009, δεδομένου ότι η εξηκοστή ημέρα ήταν κατά τον νόμο εξαιρετέα (Κυριακή, πρβλ. Ε.Α. ΣτΕ 234/2013, 274/2012, 943/2011 κ.ά.). Την δε 17.3.2009 εκκίνησε η εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, η οποία εξέπνευσε την 15.5.2009, ενώ την 19.5.2009 κοινοποιήθηκε στην αιτούσα το 9105/15.5.2009 έγγραφο του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Νομοθετικού Έργου του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ περί σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής της. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση, κατατεθείσα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 8.7.2009, ασκείται, ενόψει όσων εκτέθηκαν ανωτέρω, εκπροθέσμως κατ’ άρθρο 46 του π.δ/τος 18/1989. Τυχόν δε αλληλογραφία μεταξύ της αιτούσας και της Διοίκησης μετά την 16.3.2009, και αν ακόμη ήθελε γίνει δεκτό ότι έχει την έννοια της άσκησης από την πρώτη νέας (απλής ή ειδικής) προσφυγής κατά της σιωπηρής απορριπτικής πράξης του Υπουργού και της απόφασης του Γενικού Γραμματέα, δεν διέκοψε, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, για δεύτερη φορά την προθεσμία άσκησης της αιτήσεως ακυρώσεως, ανεξαρτήτως του ότι δεν νοείται προσφυγή κατά σιωπηρής πράξης.

4. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

ΠΡΟΣΟΧΗ : Το διακοπτικό γεγονός και η διάρκειά του δεν αναστέλλεται κατά τις δικαστικές διακοπές. Αυτό σημαίνει ότι αν το διακοπτικό γεγονός χωρήσει εντός των δικαστικών διακοπών, αναπτύσσεται κανονικά. Από κει και πέρα, αν ολοκληρωθεί σε χρονικό σημείο που ακόμη δεν έχει παρέλθει το διάστημα των δικαστικών διακοπών, η επανεκκίνηση της δικονομικής προθεσμίας του ενδίκου βοηθήματος θα λάβει χώρα με το πέρας των δικαστικών διακοπών. Αντιθέτως, αν ολοκληρωθεί σε χρονικό σημείο που έχει ήδη παρέλθει το διάστημα των δικαστικών διακοπών, η διακοπείσα δικονομική προθεσμία θα επανεκκινήσει αμέσως την επομένη του πέρατος του διακοπτικού γεγονότος.   

ΣΕ

2795/2017

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία κατατέθηκε στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς και με την απόφαση 10/2011 (σε συμβούλιο) του ανωτέρω δικαστηρίου παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, λόγω αρμοδιότητας, ζητείται η ακύρωση α) της 400/26.3.2009 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, που υπογράφεται κατ’ εντολή του από τον Διευθυντή Υδάτων της Περιφέρειας, με την οποία χορηγήθηκε στη ΔΕΗ άδεια εκτέλεσης έργων αξιοποίησης υδατικών πόρων (συγκροτήματος άντλησης θαλασσινού νερού, υποθαλάσσιων αγωγών, συγκροτήματος παραγωγής αφαλατωμένου νερού, δεξαμενών κ.ά.) με σκοπό την απόληψη θαλασσινού ύδατος για τις ανάγκες της νέας μονάδας V στον ΑΗΣ Αλιβερίου της ΔΕΗ, β) της 1431/13.7.2009 απόφασης του αυτού Γενικού Γραμματέα, με την οποία ανακλήθηκε, εν μέρει, η πρώτη προσβαλλόμενη ως προς τις εργασίες που αφορούν το συγκρότημα άντλησης θαλασσινού νερού και γ) της σιωπηρής απόρριψης από τον ΥΠΕΧΩΔΕ της από 22.5.2009 προσφυγής των αιτούντων κατά της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης. […]

7. Επειδή, καθ’ ερμηνεία του δικογράφου της αίτησης, η 1431/13.7.2009 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (ανωτ. β΄ προσβαλλομένη), προσβάλλεται καθ’ ο μέρος εκδηλώθηκε με αυτήν η άρνηση της Διοίκησης να ανακαλέσει στο σύνολό της την άδεια εκτέλεσης έργων αξιοποίησης υδατικών πόρων (α΄ προσβαλλομένη). Εξάλλου, μετά την άσκηση της υπό κρίση αίτησης εκδόθηκε η 2589/1.10.2010 απόφαση της Γενικής Γραμματέως της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με την οποία χορηγήθηκε εκ νέου η άδεια εκτέλεσης έργων αξιοποίησης υδατικών πόρων για το συγκρότημα άντλησης θαλασσινού νερού, η έκδοση όμως της τελευταίας δεν ασκεί επιρροή ούτε στην εκτελεστότητα της β΄ προσβαλλομένης, καθ’ ο μέρος αυτή προσβάλλεται σύμφωνα με ανωτέρω, ούτε στο αντικείμενο της δίκης, όσα δε, περί του αντιθέτου, ισχυρίζεται η παρεμβαίνουσα πρέπει να απορριφθούν.

8. Επειδή, ο πρώτος αιτών, ως προς τον οποίο και μόνον είναι εξεταστέα περαιτέρω η αίτηση, με έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση, δεδομένου ότι επικαλείται εμπράγματο δικαίωμα εξ αδιαιρέτου σε οικία, κειμένη επί ακινήτου 3.350 τ.μ. ομόρου στον ΑΗΣ Αλιβερίου, και ισχυρίζεται ότι βλάπτεται από την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων. Οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της παρεμβαίνουσας είναι απορριπτέοι.

9. Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, κάθε διοικητική προσφυγή, εκτός από εκείνη της παρ. 2 του άρθρου 45, καθώς και η απλή αίτηση θεραπείας δι’ αναφοράς στην αρχή που έχει εκδώσει την πράξη ή στην προϊσταμένη αρχή, διακόπτει την εξηκονθήμερη προθεσμία της αίτησης ακυρώσεως για το χρονικό διάστημα που ορίζεται για την έκδοση σχετικής πράξης ή, αν τέτοιο χρονικό διάστημα δεν ορίζεται, για 30 ημέρες ή έως την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της απάντησης της Διοίκησης εφόσον αυτές πραγματοποιήθηκαν πριν παρέλθουν οι προθεσμίες αυτές. Περαιτέρω, όπως έχει παγίως κριθεί, η προθεσμία για την άσκηση αίτησης ακυρώσεως αναστέλλεται κατά το διάστημα των δικαστικών διακοπών από 1.7 έως 15.9 (πρβλ. ΣτΕ 1757/ 2008 Ολ., 1240/2006, 2808/2002 Ολ., 2807/2002 Ολ. κ.ά.).

10. Επειδή, κατά της α΄ προσβαλλομένης ο αιτών άσκησε (με τους λοιπούς) την από 22.5.2009 «ιεραρχική προσφυγή», η οποία διαβιβάσθηκε, ως προσφυγή του άρθρου 8 του ν. 3200/1955, στον Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Όπως εκτίθεται στο 32891/17.9.2009 έγγραφο της Διεύθυνσης Νομοθετικού Έργου του Υπουργείου προς τον αιτούντα, η προσφυγή απορρίφθηκε σιωπηρώς στις 15.9.2009, λόγω παρόδου της προβλεπόμενης εξηκονθήμερης προθεσμίας αποφάνσεως από τον Υπουργό. Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, η άσκηση της ανωτέρω προσφυγής διέκοψε την προθεσμία για την άσκηση αίτησης ακυρώσεως κατά της α΄ προσβαλλομένης έως 15.9.2009, από την επομένη δε ημέρα κινήθηκε εκ νέου η προθεσμία. Εξάλλου, η β΄ προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε στις 13.7.2009, δηλαδή εντός του προαναφερομένου διαστήματος αναστολής της προθεσμίας (1.7 έως 15.9). Με βάση τα ανωτέρω, η προθεσμία της αίτησης ακυρώσεως για όλες τις προσβαλλόμενες πράξεις άρχισε, εν τέλει, στις 16.9.2009 και η κρινόμενη αίτηση εμπροθέσμως ασκήθηκε κατ’ αυτών στις 13.11.2009 (59η ημέρα), οι δε περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της παρεμβαίνουσας πρέπει να απορριφθούν